Δευτέρα 2 Ιουνίου 2008

Καλή κυρα-Μαρία!

Κατά τις 12 το μεσημέρι, άφησα το γραφείο μου για να πάω στον φούρνο της γειτονιάς, να πάρω ψωμί.
Καθώς προχωρούσα, ένα νιαούρισμα από μικρό γατάκι, έφτασε στ' αυτιά μου. Το βλέμμα μου πλανήθηκε στα γύρω κτίσματα, ψάχνοντας την πηγή του νιαουρίσματος, μα δεν το εντόπισα. Βλέπεις, σταμάτησε και να νιαουρίζει.
Αποφάσισα να συνεχίσω τον δρόμο μου. Ο διαθέσιμος χρόνος περνούσε αμείλικτα γρήγορα και ποιός ακούει το φεντικό.
Με το πρώτο βήμα, που έκανα, το ξανάκουσα. Αυτή τη φορά μπόρεσα να εντοπίσω και την κατεύθυνση, απ' όπου προερχόταν: ο σκουπιδοτενεκές!!!
Αμέσως έτρεξα κι έψαξα να το βρώ. Μια άσπρη σακούλα κουνιόταν. Την ανέσυρα και προσπάθησα να λύσω τους τρείς (!!!) κόμπους, που ήταν δεμένη. Μάταια! Κι ο χρόνος περνούσε! Το γατάκι θα άντεχε;
Ψηλαφώντας το, έπιασα το νάυλον της σακούλας και το έσκισα. Εκείνη την ώρα, στο νου μου ήρθε η εικόνα του μαιευτήρα, που εφαρμόζει καισαρική τομή, για να φέρει στη ζωή το βρέφος.
Το πήρα στα χέρια μου. Ενα μικρό-μικρό γατάκι, μικρότερο από την παλάμη μου, πάσχιζε να αναπνεύσει.

Πού να το πάω;
Το βρήκα!
Στην κυρά-Μαρία, το σπίτι της είναι κοντά κι αγαπάει τα ζώα. Τι κι αν είναι φτωχή, τι κι αν δουλεύει καθαρίστρια για να σπουδάσει τα τρία παιδιά της και να ταϊσει τον ανήμπορο άντρα της. Αγαπάει τα ζώα.
Τρέχοντας, φτάνω στο σπίτι της.
- Κυρά-Μαρία, ε κυρά-Μαρία!!!
-Τ' είναι καλέ; Τι τρέχει; Αχου, πού το βρήκες καλέ; Φέρτο γρήγορα μέσα, να του δώσω γάλα. Έχω και κρέμα για τα ματάκια του.

Τα γέρικα κι έμπειρα χέρια της το πήραν αγκαλιά κι άρχισε το έργο της περιποίησης. Καθάρισε τα ματάκια του, το χάιδεψε, το τάισε με την σύριγγα.

-Καλή κυρά-Μαρία, να στο αφήσω μέχρι να σχολάσω;
-Και το ρωτάς; Κι αν θες να το αφήσεις, να το μεγαλώσω!
-Όχι, καλή κυρά-Μαρία. Σε μένα το 'δωσε η τύχη. Γραφτό ήταν να το αποκτήσω.


Δεν υπάρχουν σχόλια: